
(Αποστολική βιβλιοθήκη, Βατικανό)
Στην πολιορκημένη Πόλη ο μάγιστρος Βώνος επιθεωρούσε τον στρατό και τις οχυρώσεις ενώ ο πατριάρχης Σέργιος, κρατώντας την εικόνα της Θεοτόκου, περιφερόταν στα τείχη εμψυχώνοντας τους μαχητές. Οι επιθέσεις των πολιορκητών συνεχίστηκαν, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Ο μάγιστρος Βώνος ζήτησε και πάλι συνθηκολόγηση από τον Χαγάνο, αλλά αυτός απάντησε ότι απαιτούσε να του παραδώσουν την πόλη και οι πολίτες θα ήταν ελεύθεροι να φύγουν με ό,τι θα μπορούσε ο καθένας να πάρει μαζί του. Αν δεν το έκαναν όμως, δεν έπρεπε να περιμένουν το έλεός του. Θα γλίτωναν μόνο αν γίνονταν πουλιά και πετούσαν ψηλά ή ψάρια και έφευγαν κολυμπώντας.
H κατάσταση ήταν ανησυχητική αλλά όχι απελπιστική ως τις 6 Αυγούστου, οπότε οι Αβαροι κατέλαβαν την εκκλησία των Βλαχερνών και οχυρώθηκαν μέσα σε αυτήν. Ωστόσο ο Βώνος έμαθε το πώς οι Αβαροι θα έρχονταν σε συνεννόηση με τους Πέρσες για να επιτύχουν συντονισμένη επίθεση και αντί για τους Αβάρους στις 7 Αυγούστου άναψε ο ίδιος τις συνθηματικές φωτιές στην άκρη των θαλασσίων τειχών παρασύροντας τον αβαρικό στόλο που βρισκόταν στον Κεράτιο κόλπο να επιτεθεί χωρίς λόγο. Αποτέλεσμα: όλος ο στόλος των Αβάρων βυθίστηκε από τον βυζαντινό στόλο συμπεριλαμβανομένων και των μονόξυλων που μετέφεραν μυστικά 4.000 Πέρσες. Ο Χαγάνος θυμωμένος για το λάθος που είχαν κάνει οι άνδρες του έσφαξε τους επιζήσαντες και έλυσε την πολιορκία. Ο Σαρβαραζάς βλέποντας τις εξελίξεις μάζεψε τον στρατό του και πήρε τον δρόμο της επιστροφής.
Μετά την αναπάντεχη νίκη ο Αντιβασιλέας Κωνσταντίνος, ο πατριάρχης Σέργιος, οι προύχοντες και ο λαός πήγαν στην εκκλησία των Βλαχερνών για να ευχαριστήσουν τη Θεοτόκο. Εκεί πρωτακούστηκε ο Ακάθιστος Υμνος, γραμμένος για την περίσταση είτε από τον Πατριάρχη είτε από τον Γεώργιο Πισίδη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου